Η κοιλιακή αορτή είναι η μεγαλύτερη αρτηρία του ανθρώπινου σώματος και μεταφέρει το αίμα από τη καρδιά στο υπόλοιπο σώμα. Το τμήμα της που εκτείνεται από την καρδιά έως το διάφραγμα, σχηματίζει τη θωρακική αορτή με διάμετρο 2,8 εκατοστά, από το διάφραγμα μέχρι το διχασμό της ονομάζεται κοιλιακή αορτή με διάμετρο 2 εκατοστά και από εκείνο το σημείο διαιρείται στις δύο λαγόνιες αρτηρίες.
Ανεύρυσμα σχηματίζεται όταν η διάμετρος της αορτής ξεπεράσει τουλάχιστον κατά 1,5 φορά τη μέση φυσιολογική της διάμετρο. Το ανεύρυσμα της κοιλιακής αορτής είναι μια διεύρυνση σαν εξόγκωμα που δημιουργείται σε μια εξασθενημένη περιοχή της αορτής στην κοιλιά. Η πίεση του αίματος σε κάθε χτύπημα της καρδιάς πιέζει το εξασθενημένο τοίχωμα της αορτής κάνοντας το ανεύρυσμα να διευρύνεται βαθμιαία περισσότερο.
Συγκεκριμένα το ποσοστό των ασθενών που επιβιώνουν όταν το ανεύρυσμα κοιλιάς υποστεί ρήξη, κυμαίνεται από 10% μέχρι 50% το πολύ και συνοδεύεται από σοβαρές επιπλοκές.
Με τον όρο ανεύρυσμα της θωρακικής αορτής εννοούμε τη διάταση της θωρακικής αορτής πάνω από 50% της φυσιολογικής της διαμέτρου. Μία διάταση της αορτής πάνω από 5 εκατοστά χρειάζεται τακτικό εξαμηνιαίο έλεγχο και όταν το ανεύρυσμα υπερβεί τα 5,5 εκατοστά χρειάζεται χειρουργική αντιμετώπιση.
Το ανεύρυσμα της θωρακικής αορτής μπορεί να είναι διατατικό (ατρακτοειδές) όπου διατείνεται ολόκληρο το τοίχωμα της αορτής, σακοειδές όπου από ένα τμήμα της αορτής που εξελκώνεται ή εξασθενεί προβάλλει ο έσω χιτώνας του αγγείου και σχηματίζει ανεύρυσμα σαν σάκο, ή μπορεί να είναι διαχωριστικό όπου ο έσω χιτώνας του αγγείου διαρρηγνύεται και αποκολλάται από τον έσω χιτώνα σχηματίζοντας διαφορετικού κάθε φορά σχήματος και έκτασης ανεύρυσμα.
Τα ανευρύσματα της θωρακικής ανακαλύπτονται συνήθως τυχαία σε κάποιον τυπικό καρδιολογικό έλεγχό ή για κάποια άλλη αιτία ή καμιά φορά μπορεί να φαίνονται σε μία απλή ακτινογραφία θώρακος.
Η αξονική τομογραφία ή αξονική αγγειογραφία με ενδοφλέβια έγχυση σκιαγραφικού είναι η εξέταση, η οποία θα βοηθήσει τον αγγειοχειρουργό να προσδιορίσει το ακριβές μέγεθος του ανευρύσματος και τον τρόπο που θα το αντιμετωπίσει.
Το ανεύρυσμα ιγνυακής αρτηρίας όπως και τα άλλα ανευρύσματα είναι η διάταση της ιγνυακής αρτηρίας η οποία βρίσκεται ακριβώς πίσω από το γόνατο, περισσότερο από το 50% της φυσιολογικής διαμέτρου.
Το ανεύρυσμα ιγνυακής αρτηρίας το συναντάμε πιο συχνά στους άντρες και κατά 50% είναι αμφοτερόπλευρο.
Γενικά το ανεύρυσμα ιγνυακής αορτής δεν δίνει συμπτώματα στο 38% των ασθενών.
Στο υπόλοιπο ποσοστό συνήθως παρουσιάζονται κάποιες επιπλοκές όπως είναι η θρόμβωση και κατά συνέπεια η ισχαιμία του κάτω άκρου. Η ισχαιμία μπορεί να εμφανιστεί με δύο μορφές, την οξεία και τη χρόνια. Σε πιο σοβαρές καταστάσεις τα συμπτώματα μπορεί να εμπεριέχουν αποκόλληση θρόμβων εξαιτίας του ανευρύσματος και περιφερική εμβολή.
Η θρόμβωση του ανευρύσματος της ιγνυακής αρτηρίας είναι μία επικίνδυνη κατάσταση που καταλήγει συνήθως σε ακρωτηριασμό του σκέλους.
Όταν γίνεται διάγνωση του ανευρύσματος της ιγνυακής αρτηρίας η θεραπεία είναι χειρουργική και πρέπει να γίνεται το συντομότερο δυνατό.
Το ανεύρυσμα της ιγνυακής αρτηρίας μπορεί να διαγνωστεί με ένα απλό Triplex αρτηριών κάτω άκρων.
Η μαγνητική τομογραφία ή η αξονική αγγειογραφία μας δίνουν πληροφορίες για το μέγεθος και την ανατομία του ανευρύσματος.
Απαραίτητη πριν τη χειρουργική αντιμετώπιση είναι η ψηφιακή αγγειογραφία η οποία δίνει πληροφορίες στον χειρουργό χρήσιμες για την αντιμετώπιση του ανευρύσματος.
Το ανεύρυσμα που παρατηρείται σε κάποια περιοχή της αορτής, τις περισσότερες φορές είναι αναγκαίο να χειρουργηθεί. Αυτό γίνεται όταν ξεπεράσει η διάμετρός του τα 5 cm ή όταν αυξάνεται περισσότερο από 1 cm ετησίως γιατί η πιθανότητα ρήξης του ανευρύσματος πολλαπλασιάζεται καθώς αυτό αυξάνεται σε μέγεθος.
Η σύγχρονη και ελάχιστα επεμβατική μέθοδος που χρησιμοποιείται είναι η χειρουργική-ενδαγγειακή θεραπεία. Με την τεχνική αυτή αποκαθίσταται ο αυλός της αορτής αποκλείοντας το ανεύρυσμα το οποίο στη συνέχεια συρρικνώνεται.
Με την ενδαγγειακή ή ενδοαυλική διόρθωση του ανευρύσματος εννοούμε την επέμβαση που γίνεται μέσα από τον αυλό των αρτηριών, μέσω δύο μικρών τομών απ’ όπου διέρχονται με μεγάλη ακρίβεια ειδικοί καθετήρες, που εισέρχονται στην περιοχή του ανευρύσματος και απελευθερώνουν το κατάλληλο μόσχευμα αποκλείοντας το ανεύρυσμα. Για τη διενέργεια της επέμβασης δεν απαιτείται γενική αναισθησία για πολλούς ασθενείς, αλλά περιοχική.
Το μεγαλύτερο ποσοστό των ασθενών μετά από λίγο μεταφέρεται στο δωμάτιο του νοσοκομείου, ενώ σπανίως χρειάζεται η μεταφορά ασθενούς στην εντατική για στενότερη παρακολούθηση. Την επομένη της επέμβασης ο ασθενής μπορεί να φάει και να περπατήσει. Η όλη διαδικασία κρατάει 2-3 ημέρες.
Αμέσως μετά την επέμβαση πραγματοποιείται εκ νέου αξονική τομογραφία με σκιαγραφικό για να εκτιμηθεί η κατάσταση της αορτής και του μοσχεύματος καθώς και ο αποκλεισμός του ανευρύσματος από την αρτηριακή ροή. Στη συνέχεια ο ασθενής εξέρχεται και γίνεται παρακολούθηση του μοσχεύματος με triplex τον 1ο, 6ο και 12ο μήνα. Στη συνέχεια κάθε χρόνo με triplex.
Για τη βαθμιαία επάνοδο της φυσιολογικής δραστηριότητας καλό είναι να αποφεύγεται το πολύωρο περπάτημα. Επίσης είναι σημαντικό για λίγες μέρες να μην πέσει νερό στο χειρουργικό τραύμα.
Αν ο ασθενής είναι οδηγός, μπορεί να οδηγήσει με ασφάλεια 3 εβδομάδες μετά την επέμβαση. Στην εργασία του ο ασθενής μπορεί να επιστρέψει σε μερικές εβδομάδες πάντα με την καθοδήγηση του ιατρού.
Επικοινωνήστε με τον Ιατρό με όποιον από τους παρακάτω τρόπους σας διευκολύνει. Ο Ιατρός και η ομάδα του είναι πάντα έτοιμοι να σας εξυπηρετήσουν και να λύσουν τις απορίες σας.
Τα πεδία με αστερίσκο (*) είναι υποχρεωτικά.
Η ενημέρωση μέσω της ιστοσελίδας δεν μπορεί φυσικά να υποκαταστήσει τη διάγνωση και δεν παρέχει πληροφορίες προς διάγνωση κατ΄οίκον. Οι ασθενείς θα πρέπει να αξιολογούν τις πληροφορίες και να απευθύνονται άμεσα σε ιατρό εάν χρειάζεται.